
- Όποιος σε δικαιοπραξία για την παροχή οποιοσδήποτε πίστωσης, ανανέωσής της ή παράταση της προθεσμίας πληρωμής εκμεταλλεύεται την οικονομική ανάγκη, την πνευματική αδυναμία, την κουφότητα η την απειρία εκείνου που παίρνει την πίστωση, συνομολογώντας η παίρνοντας για τον εαυτό του η για τρίτον περιουσιακά ωφελήματα, που με βάση τις ειδικές περιστάσεις είναι προφανώς δυσανάλογα προς την παροχή του υπαίτιου η συνομολογεί η παίρνει για τον εαυτό του η για τρίτον περιουσιακά ωφελήματα που υπερβαίνουν το κατά τον νόμο θεμιτό ποσοστό τόκου τιμωρείται με φυλάκιση εως τρία ετη η χρηματική ποινή. Αν η πράξη εχει τελεστει με περισσότερους τρόπους αφορά όμως τα ίδια περιουσιακά ωφελήματα, στον υπαίτιο επιβάλλεται μία μόνο ποινή, κατά την επιμέτρηση της οποίας λαμβάνεται υπόψη η συνολική εγκληματική δράση του.
- Αν ο υπαίτιος επιχειρεί κατ’ επάγγελμα τις τοκογλυφικές πράξεις της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών καιχρηματική ποινή.
Με την παρούσα διάταξη προστατεύεται το έννομο αγαθό της περιουσίας και επιδιώκεται ο μη υπέρμετρος πλουτισμός σε βάρος άλλου. Το έγκλημα της τοκογλυφίας είναι υπαλλακτικώς μικτό και ως τέτοιο μπορεί να τελείται με τη συνομολόγηση ή και με τη λήψη τοκογλυφικών ωφελημάτων, στα οποία περιλαμβάνεται και η παραλαβή αξιογράφων που ενσωματώνουν τοκογλυφικούς τόκους, χωρίς να προσαπαιτείται και η είσπραξη του αναγραφόμενου σε αυτά ποσού.
Για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αυτού, απαιτείται η εκ μέρους του δράστη (δανειστή) συνομολόγηση ή λήψη για τον εαυτό του ή για τρίτο περιουσιακών ωφελημάτων που υπερβαίνουν το κατά νόμο θεμιτό ποσοστό του τόκου, κατά την παροχή ή την παράταση της προθεσμίας πληρωμής, κατά την ανανέωση ή την προεξόφληση δανείου. Στην περίπτωση αυτή, η τοκογλυφία προϋποθέτει τη σύναψη σύμβασης δανείου (άρθρα 806 επ. ΑΚ) και όχι δικαιοπραξίας άλλης μορφής. Βασικός όρος του αξιοποίνου της συγκεκριμένης συμπεριφοράς είναι τα περιουσιακά ωφελήματα που συνομολογεί ή λαμβάνει ο δράστης να υπερβαίνουν το κατά νόμο θεμιτό ποσοστό τόκου.
Η διάταξη περιλαμβάνει δύο μορφές του εγκλήματος: τις αισχροκερδείς πιστωτικές δικαιοπραξίες (παρ. 1) και την τοκογλυφία κατ’ επάγγελμα (παρ. 2).
Έγκληση. Για την ποινική δίωξη της πράξης της τοκογλυφίας με την επιβαρυντική περίπτωση της κατ’ επάγγελμα τέλεσής της, και πριν από την τροποποίηση του άρθρου 404 του ΠΚ με το άρθρο 14 παρ. 8 του ως άνω Ν. 2721/1999 δεν απαιτούνταν έγκληση. Η έγκληση προβλεπόταν μόνο για τις πράξεις της τοκογλυφίας στις παρ. 1 και 2 του προϊσχύσαντος άρθρου αυτού (αυτές δηλαδή που δεν τελούνταν κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια κατά την παράγραφο 3), από την παρ. 5 του ίδιου άρθρου, η οποία καταργήθηκε με το άρθρο 14 παρ. 8 εδ. γ’ του ως άνω Ν. 2721/3-6-1999, από της ισχύος του οποίου για την ποινική δίωξη κάθε μορφής τοκογλυφίας δεν απαιτείται πλέον έγκληση. Ήδη κατ’ άρθρο 405 του νέου ΠΚ για την ποινική δίωξη του εγκλήματος της τοκογλυφίας, παρ. 1 και 2, απαιτείται έγκληση. Για τις εκκρεμείς υποθέσεις που δεν έχει υποβληθεί έγκληση, γιατί υπό τον προϊσχύσαντα ΠΚ διώκοντο αυτεπάγγελτα, απαιτείται τώρα υποβολή έγκλησης μέσα σε προθεσμία τεσσάρων μηνών, ήτοι μέχρι 1-11-2019, όπως ορίζεται στο άρθρο 464 του νέου ΠΚ.
Το έγκλημα αυτό μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπους, οι οποίοι είναι αυτοτελείς και ανεξάρτητοι μεταξύ τους, τελούν δε σε αληθινή πραγματική συρροή, και ειδικότερα, αφενός μεν με τη συνομολόγηση και λήψη τοκογλυφικών ωφελημάτων, αφετέρου δε με την επιδίωξη εκπλήρωσης των τοκογλυφικών ωφελημάτων που έχουν συνομολογηθεί.
«Συνομολόγηση» είναι η αποτύπωση της συμφωνίας μεταξύ λήπτη και δανειστή για παροχή από τον πρώτο τοκογλυφικών ωφελημάτων στο πλαίσιο της σύμβασης δανείου. Ως «λήψη» τοκογλυφικών ωφελημάτων θεωρείται όχι μόνο η είσπραξη χρημάτων, αλλά και η παραλαβή αξιογράφων, τα οποία ενσωματώνουν τόκους μη νόμιμους, χωρίς να απαιτείται και η είσπραξη ή επιδίωξη είσπραξης. Η συγκεκριμένη μορφή του εγκλήματος της τοκογλυφίας θεωρείται τετελεσμένη και μόνο με τη «συνομολόγηση» της τοκογλυφικής σύμβασης και μάλιστα τόσο κατά την αρχική σύναψη, όσο και κατά τη μεταγενέστερη παράταση ή και την ανανέωση, έστω και αν στο οφειλόμενο κεφάλαιο συμπεριλαμβάνονται και οι μέχρι τότε παράνομοι τόκοι και εμφανίζονται ως ενιαίο σύνολο στο οριστικό κεφάλαιο. Οι παραπάνω στη διάταξη αναφερόμενοι τρόποι τέλεσης της τοκογλυφίας είναι αυτοτελείς και ανεξάρτητοι μεταξύ τους και τελούν, εφόσον πραγματωθούν, σε αληθινή πραγματική και όχι φαινόμενη συρροή, δυνάμενοι να εμφανισθούν και με τη μορφή του κατ’ εξακολούθηση εγκλήματος, εφόσον οι περισσότερες μερικότερες αυτοτελείς πράξεις τοκογλυφίας περιέχουν πλήρη τα στοιχεία του ως άνω άρθρου 404 ΠΚ και απέχουν χρονικά μεταξύ τους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να καλύπτονται από την ενότητα του δόλου του δράστη. Η τοκογλυφία προϋποθέτει τη σύναψη σύμβασης δανείου (άρθρα 806 επ. ΑΚ) και όχι δικαιοπραξία άλλης μορφής. Βασικός όρος του αξιόποινου της συγκεκριμένης συμπεριφοράς είναι τα περιουσιακά ωφελήματα που συνομολογεί ή λαμβάνει ο δράστης να υπερβαίνουν το κατά νόμο θεμιτό ποσοστό τόκου. Τετελεσμένο και αποπερατωμένο θεωρείται το έγκλημα της τοκογλυφίας με τη συνομολόγηση της τοκογλυφικής σύμβασης και μάλιστα κατά την αρχική σύναψη ή και τη μεταγενέστερη παράταση ή και την ανανέωση της σύμβασης, έστω και αν στο οφειλόμενο ποσό κεφαλαίου συμποσούνται και οι μέχρι τότε παράνομοι τόκοι και αν εμφανίζονται ενιαία στο νέο οριστικοποιηθέν κεφάλαιο. Η αντικειμενική υπόσταση του παραπάνω εγκλήματος πραγματώνεται με τη συνομολόγηση και μόνο της σύμβασης τοκογλυφικού δανείου, χωρίς να απαιτείται και λήψη-είσπραξη των παράνομων τόκων· και συνεπώς αν ο δράστης συνομολογήσει και μετέπειτα λάβει τοκογλυφικά ωφελήματα-τόκους, δεν τελεί δύο εγκλήματα, αλλά ένα και μόνο, αυτό της συνομολόγησης σύμβασης με παράνομους τόκους.
Η τοκογλυφία μπορεί να πραγματωθεί και με την επιδίωξη της εκπλήρωσης των τοκογλυφικών ωφελημάτων, η οποία μπορεί να εκδηλωθεί και με την κατάθεση αίτησης του δανειστή στο αρμόδιο δικαστήριο για έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος του δανειολήπτη, με βάση συναλλαγματική ή επιταγή που ενσωματώνει τοκογλυφικούς τόκους σε βάρος του θύματος. Το έγκλημα είναι τετελεσμένο με την επέλευση της περιουσιακής ζημίας στον παθόντα, ο οποίος μπορεί να είναι πρόσωπο διαφορετικό από εκείνο που εξαναγκάσθηκε να προβεί στην επιζήμια συμπεριφορά, αλλιώς, αν δηλαδή δεν επέλθει η ζημία και εφόσον συντρέχουν και οι λοιπό όροι (δεν ολοκληρώθηκε όχι από δική του βούληση αλλά από εξωτερικά εμπόδια), το έγκλημα (κακουργηματικής ή πλημμελήματικής μορφής) είναι σε απόπειρα.
Σύμφωνα με το άρθρο 13στ του ΠΚ, ως κατ’ επάγγελμα θεωρείται ότι διαπράττεται η τοκογλυφία, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης, προκύπτει σκοπός του δράστη για πόρισμά εισοδήματος. Για την επιβαρυντική περίπτωση της κατ’ επάγγελμα τέλεσης του εγκλήματος της τοκογλυφίας της παρ. 2, δεν προσαπαιτείται να έχει ο δράστης και προηγουμένως καταδικαστεί για όμοια πράξη, ούτε να παραπέμπεται για περισσότερες τέτοιες πράξεις, δεδομένου ότι κριτήριο συνδρομής του επιβαρυντικού στοιχείου της κατ’ επάγγελμα τέλεσης είναι η διαπίστωση είτε ύπαρξης πρόθεσης βιοπορισμού από αυτήν, είτε ροπή προς τέλεση αυτής. Αρκεί και η τέλεση μίας μόνο πράξης, όταν, από αυτήν, ενόψει και της διάρκειας των λοιπών περιστάσεων, που τη συνοδεύουν, προκύπτει η επιδίωξη πορισμού εισοδήματος, βάσει σχεδίου.
Το έγκλημα της τοκογλυφίας του άρθρ. 404 ΠΚ θεωρείται συντελεσμένο και αποπερατωμένο με τη συνομολόγηση της τοκογλυφικής σύμβασης και μάλιστα κατά την αρχική σύναψη, ή τη μεταγενέστερη παράταση ή και την ανανέωση, έστω και αν στο οφειλόμενο κεφάλαιο συμποσούνται και οι μέχρι τότε παράνομοι τόκοι και εμφανίζονται ενιαίως στο νέο οριστικοποιηθέν κεφάλαιο. Δεδομένου δε ότι το έγκλημα της τοκογλυφίας είναι έγκλημα διακινδύνευσης της περιουσίας και υπαλλακτικώς μικτό, η αντικειμενική υπόσταση αυτού πραγματώνεται (τελείται) με τη συνομολόγηση του τοκογλυφικού δανείου και όχι και με τη λήψη των παράνομων τόκων· και συνεπώς, αν ο δράστης και συνομολογήσει και λάβει τοκογλυφικά ωφελήματα, δεν τελεί δύο εγκλήματα, αλλά ένα και μόνο, ήτοι αυτό της συνομολόγησης τοκογλυφικών ωφελημάτων, καθόσον μία και μόνο άδικη πράξη πραγματώνεται.
Η λήψη τοκογλυφικών ωφελημάτων καθίσταται αξιόποινη, δηλαδή αποκτά αυτοτελή υπόσταση ως έγκλημα λήψης τοκογλυφικών ωφελημάτων, όταν της λήψης των τοκογλυφικών ωφελημάτων δεν προηγηθεί, για οποιοδήποτε λόγο, συνομολόγηση τοκογλυφικών ωφελημάτων. Περαιτέρω, η τοκογλυφία μπορεί να πραγματωθεί, και με την επιδίωξη της εκπλήρωσης των τοκογλυφικών οφελημάτων, η οποία μπορεί να εκδηλωθεί και με την κατάθεση αίτησης από τον δράστη στο αρμόδιο δικαστήριο για έκδοση διαταγής πληρωμής σε βάρος του θύματος, βάσει συναλλαγματικής που ενσωματώνει τοκογλυφικούς τόκους.
Οι ανωτέρω τρόποι τέλεσης της τοκογλυφίας είναι αυτοτελείς και ανεξάρτητοι μεταξύ τους και τελούν, εφόσον πραγματωθούν, σε αληθινή πραγματική και όχι
φαινομένη συρροή, δυνάμενοι να εμφανισθούν και με τη μορφή του κατ’ εξακολούθηση εγκλήματος, κατά την έννοια του άρθρ. 98 ΠΚ, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του τελευταίου, δηλαδή περισσότερες πράξεις που περιέχουν πλήρη τα στοιχεία της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης κάθε εγκληματικής πράξης, από τις προβλεπόμενες στο άρθρ. 404 ΠΚ, και απέχουν χρονικό μεταξύ τους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να καλύπτονται από την ενότητα του δόλου του δράστη.
Το έγκλημα της τοκογλυφίας δύναται να πραγματωθεί διά της συνομολογήσεως τοκογλυφικών ωφελημάτων, όπως και της λήψης τοκογλυφικών ωφελημάτων, στην έννοια της οποίας διαλαμβάνεται και η λήψη από τον δράστη αξιόγραφων (συναλλαγματικών, επιταγών) που ενσωματώνουν τοκογλυφικούς τόκους. Το ως άνω έγκλημα δύναται να πραγματωθεί και με την επιδίωξη της εκπλήρωσης τοκογλυφικών ωφελημάτων (στοιχ. β’ της παρ. 2), η οποία δύναται να εκδηλωθεί και με απειλές κατά του παθόντα προς καταβολή υπ’ αυτού των τοκογλυφικών τόκων.
Συρροή: Οι δύο διακεκριμένες περιπτώσεις τοκογλυφίας της παρ. 2 συρρέουν αληθινά μεταξύ τους· μπορούν όμως οι πράξεις συνομολόγησης και επιδίωξης ωφελημάτων να θεωρηθούν ως κατ’ εξακολούθηση τελεσθείσες.
Η τοκογλυφία συρρέει αληθινά με την απάτη και με την παραπλάνηση ανηλίκου σε χρέη. Μεταξύ των εγκλημάτων της τοκογλυφίας και της εκβίασης υφίσταται αληθινή κατ’ ιδέα συρροή.
Παραγραφή: Σε περίπτωση συνομολόγησης και λήψης τοκογλυφικών ωφελημάτων, που σινιστούν μία πράξη, η παραγραφή αρχίζει από τη λήψη των ωφελημάτων.
Πηγή : Κ. Φράγκος, Online κατ’ άρθρο ερμηνεία Ποινικού Κώδικα / Άρθρο 404. Τοκογλυφία.