
Hλεκτρονικό έγκλημα αποτελεί μια εγκληματική πράξη στην οποία κύριο μέσο τέλεσης, είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Ο υπολογιστής μπορεί να αποτελεί ο ίδιος το μέσο με το οποίο θα εκτελεσθεί η εγκληματική πράξη ενώ παράλληλα μπορεί και ο ίδιος να είναι το θύμα της επίθεσης.
Η τέλεση ηλεκτρονικού εγκλήματος δεν προϋποθέτει τη φυσική παρουσία του δράστη στον χώρο, αλλά αρκεί αυτός να μπορεί να εισβάλει μέσω διαδικτύου από οποιοδήποτε σημείο το πλανήτη στα υπολογιστικά συστήματα.
Υπάρχουν 3 κατηγορίες ηλεκτρονικού εγκλήματος:
Α) τα εγκλήματα που διαπράττονται σε περιβάλλον ηλεκτρονικών υπολογιστών όπως η συκοφαντική δυσφήμιση με ανάρτηση ψευδούς και προσβλητικού περιεχομένου εναντίων προσώπου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης,
Β) τα εγκλήματα που τελούνται χωρίς την ύπαρξη διαδικτύου και προβλέπονται στα άρθρα 370β και 370γ του ΠΚ (παράνομη πρόσβαση σε απόρρητα έγγραφα και παράνομη αντιγραφή λογισμικού) και
Γ) τα εγκλήματα διαδικτύου, στα οποία απαραίτητη προϋπόθεση για την πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης είναι η σύνδεση του υπολογιστή με το διαδίκτυο.
Πέρα των τριών κατηγοριών, τα ηλεκτρονικά εγκλήματα εξειδικεύονται περισσότερο.
Έκφανση αποτελεί η παράνομη πρόσβαση με πρόθεση και χωρίς εξουσιοδότηση σε ένα πληροφοριακό σύστημα, γνωστή ως hacking. Μπορεί να αφορά εγκληματικές ή παράνομες προγραμματιστικές δραστηριότητες εισβάλοντας κακόβουλα ο δράστης σε ένα τρίτο σύστημα.
Περαιτέρω ακόμα η αθέμιτη υποκλοπή το phishing, υφίσταται στην προσπάθεια απόσπασης προσωπικών στοιχείων κυρίως λογαριασμών και πιστωτικών καρτών προκειμένου δράστης ή τρίτος να έχει οικονομικό όφελος. Αυτό πραγματοποιείται συνήθως με την αποστολή κάποιου spam email το οποίο παρουσιάζει προερχόμενο δήθεν από κάποια υφιστάμενη εταιρεία επιδιώκοντας να παραπλανήσει τον παραλήπτη προκειμένου να αποσπάσει απόρρητα προσωπικά και οικονομικά στοιχεία.
Μια ακόμα υποκατηγορία αποτελεί η επέμβαση στο σύστημα.
Οι κυβερνοεπιθέσεις στο σύστημα μπορεί να πραγματοποιηθούν με δύο τρόπους: αφενός με τον υπολογιστή και αφετέρου με τα κακόβουλα προγράμματα, με τα οποία οι χρήστες νομίζουν ότι χρησιμοποιούν ένα αβλαβές πρόγραμμα ανοίγοντας αρχεία από γνωστή πηγή προέλευσης. Αυτά μπορούν να εγκατασταθούν στον υπολογιστή χωρίς καμία συγκατάθεση του χρήστη υποκλέπτοντας αρχεία και μολύνοντας τον υπολογιστή.
Τα ποινικά κολάσιμα αδικήματα τα οποία αφορούν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές είναι ή πλαστογραφία η οποία στοιχειοθετείται πρόθεση του δράστη, χωρίς δικαίωμα, έχοντας δόλο πρώτου βαθμού να καταδολιεύσει, μεταβάλλει, διαγράψει ή απόκρυψη δεδομένα που υπάρχουν στον ηλεκτρονικό υπολογιστή με αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων αυτά να χρησιμοποιούνται για νόμιμους σκοπούς με την ψευδαίσθηση ότι είναι αυθεντικά. Το συγκεκριμένο έγκλημα επιφέρει ποινή φυλάκισης έως 5 έτη και χρηματική ποινή.
Παράλληλα η κλοπή ταυτότητας και η χρήση ψηφιακών στοιχείων ταυτοποίησης τρίτου προσώπου για σκοπό αποκόμισης παράνομου οικονομικού οφέλους προκειμένου να δημιουργηθεί νέος τραπεζικός λογαριασμός.
Απάτη με ηλεκτρονικό υπολογιστή αποτελεί μια νέα μορφή διάπραξης απάτης και στοιχειοθετείται με την πρόθεση του δράστη και χωρίς δικαίωμα να προκαλέσει σε κάποιον άλλον την απώλεια περιουσίας. Κυριότερες μορφές της είναι η απάτη μέσω διαδικτύου, με πιστωτική κάρτα, συναλλαγές μέσω atm ή pos, η Νιγηριανή απάτη, οι ηλεκτρονικές υπηρεσίες και τα λοιπά.
Στην περίπτωση της απάτης με πιστωτική κάρτα, ο δράστης επιδιώκει μέσω μηνυμάτων που στέλνει στο θύμα να αποσπάσει τα προσωπικά του δεδομένα όπως για παράδειγμα στοιχεία της πιστωτικής κάρτας τραπεζικού λογαριασμού κ.λ.π., αποστέλλοντας email, το οποίο εμφανίζεται ως αποστολέας η τράπεζά του. Με αυτό ζητάει την επιβεβαίωση του username και του password του λογαριασμού. Η συνηθέστερη αιτιολογία είναι ότι ο εν λόγω λογαριασμός έχει παραβιαστεί και προκειμένου να συνεχίσει η αδιάκοπη λειτουργία του θα πρέπει να επιβεβαιωθεί η ταυτότητα του δικαιούχου.
Μια άλλη μορφή απάτης είναι αυτή με χρήση πιστωτικής κάρτας, όπου με κακόβουλα προγράμματα υποκλέπτονται σημαντικές πληροφορίες κωδικοί πρόσβασης, αριθμοί πιστωτικών καρτών στοιχεία λογαριασμού κλπ. χωρίς την έγκριση του δικαιούχου του λογαριασμού.
Η Νιγιριανή απάτη συνιστάται με την αποστολή μηνυμάτων μέσω email, τα οποία δελεάζουν ανυποψίαστους χρήστες. Ο αποστολέας επικαλείται λόγους πολιτικής φύσεως ζητώντας τη βοήθεια του θύματος προκειμένου να διοχετεύσει εκτός της Νιγηρίας κάποιο υπέρογκο χρηματικό ποσό . Προκειμένου να βοηθήσει ο παραλήπτης του μηνύματος στην εν λόγω διαδικασία, ο δράστης υπόσχεται ότι θα τον ανταμείψει με ένα σημαντικό χρηματικό ποσό.
Μια μάστιγα της σύγχρονης κοινωνίας σε παγκόσμιο επίπεδο αποτελεί το έγκλημα σχετικά με την παιδική πορνογραφία. Το internet, παρέχει στους παραγωγούς και διακινητές του πορνογραφικού υλικού την δυνατότητα γρήγορης και εύκολης προώθησης του εγκληματικού προϊόντος τους, εξασφαλίζοντας με την δυνατότητα που παρέχει ο κυβερνοχώρος την ανωνυμία τους εκμεταλλευόμενοι την παιδική αθωότητα.
Με τη χρήση του internet εξασφαλίζουν την ανωνυμία του δράστη προκειμένου να μη γνωστοποιήσει την ταυτότητα του, παρέχει πρόσβαση σε πορνογραφικό υλικό σε παγκόσμιο επίπεδο με ιδιαίτερα δελεαστικό κόστος, δίνει τη δυνατότητα σε παιδόφιλους να παρακολουθούν σε παρόντα χρόνο την σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων, διευκολύνει την ανταλλαγή πορνογραφικού υλικού μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου κλπ. Σύμφωνα με το άρθρο 348α του ΠΚ, υπάρχουν 3 τρόποι προκειμένου να πληρωθεί η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος: α) η κατασκευή υλικού πορνογραφίας, β) η κατοχή πορνογραφικού υλικού, γ) η προμήθεια και αγορά υλικού, δ) η μεταφορά πορνογραφικού υλικού και στ) η κυκλοφορία πορνογραφικού υλικού.
Τα εγκλήματα ρατσιστικής φύσης τα οποία ενσωμάτωσε η ελληνική νομοθεσία με το πρωτόκολλο του Στρασβούργου και με το νόμο 4411/2016 αναφέρονται στα ρατσιστικά και ομοφοβικά συκοφαντικά σχόλια και αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι πράξεις αυτές πρέπει να τελούνται χωρίς ο δράστης να έχει δικαίωμα ενώ παράλληλα πρέπει να έχει πρόθεση τέλεσης του εγκλήματος.
Τέλος ο εκφοβισμός αποτελεί μια νέα διάσταση της ήδη υφιστάμενης έννοιας του εκφοβισμού και αφορά: α) την ψυχολογική κακοποίηση, β) την οποιαδήποτε πράξη εκφοβισμού, γ) την επιθετικότητα, δ) την απειλή, στ) την ταπείνωση, ε) την παρενόχληση, και ζ) την τρομοκρατική συμπεριφορά παιδιών μέσω διαδικτύου ή κινητών τηλεφώνων ή με οποιοδήποτε άλλο ψηφιακό μέσο.
Το εν λόγω έγκλημα μπορεί να πραγματοποιηθεί: α) μέσω διαδικτύου, β) ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, γ) δωματίων συνομιλίας, δ) σελίδων κοινωνικής δικτύωσης κλπ.
Ενδεικτικά ορισμένα εγκλήματα που προβλέπονται στον ΠΚ και διαπράτονται με ηλεκτρονικό μέσο, είναι τα κάτωθι :
Άρθρο 13 εδ. Γ ΠΚ- Έννοια εγγράφου.
Ως έγγραφο θεωρείται κάθε μέσο που χρησιμοποιείται από ηλεκτρονικό υπολογιστή για εγγραφή, αποθήκευση, παραγωγή, αναπαραγωγή πληροφοριών και στοιχείων. Τέτοια μέσα θεωρούνται οι δισκέτες, οι σκληρή δίσκοι καθώς και γενικότερα τα συστήματα αποθήκευσης ηλεκτρονικών πληροφοριών. Από την νομολογία του Αρείου Πάγου έχει γίνει δεκτό ότι ως έγγραφα θεωροόυνται ακόμα και οι φωτογραφίες, κινηματογραφικές παραστάσεις, φωνοληψίες, και κάθε είδους μηχανική απεικόνιση. Κάθε αυθαίρετη παρέμβαση σε αυτά τα έγγραφα, είτε με τη μορφή κατάρτισης, είτε με τη μορφή νόθευσης και με μέσω του διαδικτύου, υπάγεται στις διατάξεις του ΠΚ για πλαστογραφία.
Άρθρο 348 ΠΚ – Πορνογραφία ανηλίκων.
Το έγκλημα αυτό τελούν όσοι: α) κατέχουν παιδικό πορνογραφικό υλικό, το οποίο έχουν λάβει από το διαδίκτυο, β) δημιουργούν τέλειο υλικό και το διακινούν στο διαδίκτυο και γ) όσοι έχουν στο διαδίκτυο τέτοιο υλικό και επιτρέπουν την πρόσβαση σε αυτό έναντι αμοιβής. Το έγλημα αυτό, ενώ ανήκε στα λεγάμενα «παραδοσιακά», έχει εξαπλωθεί δραματικά και έχει μεταλλαχθεί ποιοτικά με τη χρήση του διαδικτύου.
Άρθρο 348 Β ΠΚ – Προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους.
Το έγκλημα αυτό το τελεί και αυτός που μέσο διαδικτύου προτείνει σε ενήλικο να συναντήσει ανήλικο που δεν συμπλήρωσε τα 15 του χρόνια προκειμένου να τελέσει μαζί του τα εγκλήματα, είτε της αποπλάνησης, είτε της πορνογραφίας ανηλίκων. Με τη διάταξη αυτή επιδιώκεται η πάταξη της άγρας ανηλίκων για σεξουαλικούς σκοπούς, που τελείται μέσω του διαδικτύου.
Άρθρο 363 ΠΚ – Συκοφαντική δυσφήμιση.
Το έγκλημα αυτό μπορεί να τελεστεί και μέσω του διαδικτύου, με αναρτήσεις, ανακοινώσεις, φωτογραφικό υλικό κλπ. Έχει κριθεί ότι το έγκλημα αυτό τελεί: α) αυτός που δημοσιεύει για άλλον συκογαντικά γεγονότα σε ηλεκρονικό έντυπο π.χ. σε ηλεκτρονική εφημερίδα, β) αυτός που συντάσσει συκοφαντική ηλεκτρονική επιστολή για άλλον και την απευθύνει μέσω διαδικτύου σε άλλα πρόσωπα, αυτός που αναρτά στο διαδίκτυο αποκαλυπτικές – άσεμνες φωτογραφίες ενός προσώπου ή άλλα προσωπικά δεδομένα του (π.χ. τηλέφωνα, email, διεύθυνση κλπ.) και διαδίδει ψευδή γεγονότα ως αληθινά. Στις περιπτώσεις αυτές παραβιάζονται και οι διατάξεις της νομοθεσίας για την προστασία των προσωπικών δεδομένων (ν. 2472/1997).
Άρθρο 386 ΠΚ – Απάτη.
Οι ψευδείς παραστάσεις – που απαιτεί ο νόμος να συντρέχουν για να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της απάτης – που οδήγησαν στην παραπλάνηση του παθόντα ή την πρόκληση της ζημιάς σε αυτόν, μπορούν να γίνουν και μέσω διαδικτύου. Τόπος τέλεσης της πράξης είναι τόσο ο τόπος των ψευδών παραστάσεων όσο και ο τόπος όπου επήλθε η ζημία (ΑΠ 1080/1995).
Άρθρο 386 Α ΠΚ – Απάτη με υπολογιστές
Το έγκλημα αυτό τελείται συνήθως με την διαδικτυακή παρέμβαση σε λογαριασμούς τραπεζών με συνέπεια να γίνει μεταφορά χρημάτων από το λογαριασμό του παθόντα στο λογαριασμό του δράστη. Όποιος, με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, βλάπτει ξένη περιουσία, επηρεάζοντας το αποτέλεσμα της διαδικασίας επεξεργασίας ψηφιακών δεδομένων είτε με τη μη ορθή διαμόρφωση προγράμματος υπολογιστή είτε με χρησιμοποίηση μη ορθών ή ελλιπών στοιχείων είτε με τη χωρίς δικαίωμα χρήση δεδομένων είτε με τη χωρίς δικαίωμα παρέμβαση σε πληροφοριακό σύστημα, τιμωρείται με τις ποινές του προηγούμενου άρθρου. Περιουσιακή βλάβη υφίσταται και αν τα πρόσωπα που την υπέστησαν είναι άδηλα. Για την εκτίμηση του ύψους της ζημίας είναι αδιάφορο αν οι παθόντες είναι ένα ή περισσότερα άτομα.